25.1.07

1 ... από το κάτι


-Καλημέρα για όταν ξυπνάς, αυτέ.
Πρόσεξε τα σκαλοπάτια, φυσάει εκεί έξω, πάω για ύπνο.



- Σου γράφω από το γραφείο. Δεν γλύστρησα. Αλλά δεν είναι αυτό. Είναι που μερικές φορές αφήνω λίγη ζωή να μου γλυστράει. Από τα χέρια. Από τις τρύπιες τσέπες του μοντγκόμερι που φέτος δεν φόρεσα ακόμα. Και δεν έχω τον έλεγχο του τι γλυστράει και πέφτει, και μερικές φορές την κάνει λίγη ευτυχία. Ρίχνω μια ματιά πίσω μου και την βλέπω στο πάτωμα. Όμως εκεί είναι 30'' πίσω. Κι εδώ ήδη 1 λεπτό μπροστά. Και μέχρι το επόμενο βήμα κι άλλος χρόνος. Κι ούτε που ξέρω τι έχει γλυστρήσει και δεν γύρισα πίσω να το κοιτάξω.
Καλημέρα για όταν ξυπνάς, αυτή.
Πρόσεξε τα σεντόνια σου. Γλυστράει παντού.

- Με ξύπνησε το τηλέφωνο, να θυμηθώ να βάλω ρουφιάνο και εκεί, να μου ψιθυρίζει στα μάτια μικρες απουσίες που δεν γουστάρω να σηκώνω. Τα σεντόνια μου τα στέγνωσε ο αέρας, αφού σου είπα, φυσάει εκεί έξω, αλλά κι εδώ μέσα καιρό τώρα. Αυτέ, προτιμάς τα χέρια σου ελεύθερα να κινούνται διαρκώς. Μόνο που συχνά τα τινάζεις όπως όταν πλένεις τα χέρια σου σε κάποιο τελειωμένο wc και δεν βρίσκεις χαρτί. Την επόμενη φορά, ακούμπησε τα χέρια σου στο πρόσωπο κι η ευτυχία θα μπει στους πόρους, ανάμεσα από τα γένια δύο ημερών. Να σου βρω ένα μπάλωμα να το σιδερώσω στην αριστερή τσέπη του μοντγκόμερί σου; Με σχέδιο ό,τι θες εσύ, με ευτυχία όση μπορώ εγώ.


- Θα δίνεις και δε θα παίρνεις. Θα μπαλώνεις και δε θα σε μπαλώνουν. Θα γελάνε και δε θα γελάς. Θα αγαπάς και δε θα σε αγαπάνε. Θα πονάς και δε θα σε πονάνε. Θα είσαι εκεί και δε θα βρίσκεις κανέναν. Θα ακούς και δε θα σε ακούνε. Θα στο λέω και δε θα με ακούς. Το παραμύθι τελειώνει όταν ανοίγεις την πόρτα σου. Ο αέρας δε στεγνώνει μόνο τα σεντόνια. Φυσάει ψυχές. Στεγνώνει ψυχές. Φυσάει όταν νιώθεις. Στεγνώνει ό,τι νιώθεις. Φυσάει πόνο. Στεγνώνει πόνο. Φυσάει πληγές. Ξεραίνει πληγές. Φυσάει δάκρυα. Στεγνώνει δάκρυα. Φυσάει αυτόν. Κι αντιστέκεται. Φυσάει αυτήν. Και παίρνει τ' άρωμά της... Να προσέχεις τους άλλους, αυτή...

- Ακόμα κι αν προσμένω να το κάνουν, το ξέρω πως δεν αλλάζει κάτι με το να το απαιτήσω. Όσο ερεθιστικές κι αν είναι οι μικρές προστακτικές. Έχω και για εσένα μία, ανείπωτη καιρό τώρα: "κράτα μου το χέρι". Να μην τελειώσει το παραμύθι, η πόρτα έχει ένα παράθυρο που ακουμπώ το μάγουλο, θολώνω το τζάμι με την ανάσα και περιμένω. Τον προσέχω, τον άλλον. Σε προσέχω, αυτέ. Με προσέχω, ωχ αυτή η δική μου προστακτική σκάλωνει λίγο, εκεί.


- Όπως παιδιά. Αν τρέξω θα προλάβω να ζωγραφίσω στο τζάμι. Μια ανάσα που γίνεται κάτι για λίγο. Από παιδί μου άρεσε να ακουμπάω το μάγουλο στο τζάμι. Για την αίσθηση. Για την υγρασία. Γιατί έφερνε λίγο από το απέξω. Κι αν μου πεις να κρατήσω κάτι, θα είναι αυτός ο βόλος. Που δεν έβαλα ποτέ στη σειρά για να μη γίνει η μπάζα κάποιου άλλου. Αλλά τον έχασα. Τότε πρέπει να ήταν που μεγάλωσα λίγο. Και μετά μεγάλωσα κι άλλο. Κι άλλο, με καθε χαμένη ανάμνηση. Τώρα και να προσπαθήσω δεν μου κάνουν τη χάρη. Πήγαν εκεί που πάνε οι χαμένες αναμνήσεις και οι χαμένες ευκτικές... Οι προστακτικές σκαλώνουν. Οι ευκτικές πουθενά. Να είσαι εκεί όταν θα περνάνε από μπροστά σου κι αν χρειαστεί να κρεμαστείς στον γκρεμό, εγώ θα σου κρατάω το χέρι αυτή..

- Σχεδίασέ μου στο τζάμι το σχέδιο για το μπάλωμα όμως, αυτό της ευτυχίας που σου γλυστρούσε πριν. Στο σπίτι που μεγάλωσα, τον Σεπτέμβρη, άδειασα τους γυάλινους βόλους σε ένα τετράγωνο βάζο. Σκέφτηκα πως έτσι δεν θα γδαρθεί η στρογγυλάδα τους, αλλά θα τους προστατεύουν οι κοφτές γωνιές του γυάλινου τετραγώνου. Αν τις θες, όλες δικές σου, τις αντέχεις;


- Τις μπίλιες τις κερδίζεις. Ακόμα και στο φλιπερ. Παίρνεις έναν ακόμα γύρο και το "φεγγάρι μια μπίλια στου ουρανού το μπιλιάρδο...". Πάμε για σοκολάτα πραλίνα στο Cafee de la lune; Θα ανέβω τη σκάλα ή θα ρίξεις τα μαλλιά σου; Μην ακούς τι λέω. Κανένα παραμύθι δεν τελειώνει.

- Μα αυτό δεν θέλω, να έχω παρτίδες αγώνα μαζί σου. Ραπουνζέλ, σοκολάτα πραλίνα για αυτόν πασπαλισμένη με κομματάκια ευτυχίας, σοκολάτα φουντούκι για εμένα, να φουντώσει ο αέρας, μια ανάσα ξεφυσώ...


- Σήμερα στις 11. Σελήνη 7 ημέρων. Στη γέμιση. Σα χαμόγελο. Θα περάσω να σε πάρω...

- Ήχος σφραγίδας, με μπόλικο μελάνι το διάβασα αυτο το ραντεβού. Από τα σημάδια που δεν τινάζω από τα χέρια μου σε πρόχειρα wc. Το σχέδιο του μπαλώματός σου αποφάσισε, η κάθε ιστορία διαρκεί μία μέρα, με ημερομηνία λήξης, χρονική μοναχά.

3 comments:

Anonymous said...

Θα ρίξω τα μαλλιά μου, πιάσε!
Πάντα θα ειμαι αυτή, η τρίτη, που θα γλιστράει απ’ το σεντόνι
θα κρέμεται απ’ το μπαλκόνι, αγκαλιά με το φεγγάρι!
KPATHΣE ME ΣOY ΛEΩ!

allmylife said...

Ραπουνζέλ και φλίπερ...
Καλώς σας βρίσκω.

αυτη said...

Αnonymous αυτές οι μικρές προστακτικές με μικρά γράμματα, σχεδόν ψιθυριστά να τις ζητάς...γιατί ο αυτός μουλαρώνει κιόλας.

Allmylife όλα καλά πίσω σε ΄σένα, καθρεφτάκι.