28.2.07

18 ... από το κάτι

- Λοιπόν σκέφτηκα να δημιουργήσω μια κάποια ισορροπία. Αν στοιβάξω τα συναισθήματα το ένα πάνω στο άλλο , δίπλα βάλω κάποια αγαπημένα αντικείμενα, παραδίπλα αφήσω λίγα λουλούδια και μετά αρχίζω να μουρμουρίζω ξόρκια και μυστικά, λες να πετύχω την ισορροπία; Βλέπεις όταν τα αφήνω να ισορροπηθούν από μόνα τους, αυτά αρχίζουν τις ανισορροπίες.

- Τι βάζεις πάνω από τον πόνο για να γίνει χαρά; Τι βάζεις δίπλα στην εγκατάλειψη για να παρουσία; Με τι στηρίζεις το ουρλιάζω για να γίνει μπορώ να ψιθυρίζω ξανά; Με τι φρενάρεις τη φόρα του ερωτεύομαι για να μην τσακιστείς χωρίς αερόσακκο; Με τι τεντώνεις το σχοινί; Και για πόσο θα ισσοροπείς; Επειδή την ισορροπία τη βρίσκει ο καθένας μόνος του, αν χρειαστείς κάποιον να κρατάει την σκάλα. Βάλε φωνή. Κι όταν ανέβεις εκεί πάνω, θ' απλώσω δίχτυ...

- Ο μέσος όρος ανθρώπων ξέρεις τι θα έκανε τώρα ε; Θα έβγαζε φωτογραφίες τις ισορροπίες μας αδιαφορώντας για την πινακίδα με τα μικρά γράμματα που γράφει "ένα κλικ μπορεί να με γκρεμίσει". Μετά θα κάθονταν και θα τις εκθείαζαν στους φίλους και συγγενείς τους κι αφού τις ανέλυαν θα τις καταχώνιαζαν σε ένα φάκελο στον υπολογιστή ή στην καλύτερη περίπιτωση σε κάποιο συρτάρι, να την βρει το εγγόνι μετά από χρόνια κι εκείνοι να μην θυμούνται καν και να πούνε τότε "μωρέ τι ανισόρροπη φωτογραφία είναι ετούτη". Η ισορροπία μου δεν ψηλώνει και πολύ, το δίχτυ λες να είναι από αυτά που έβαζαν οι νοικοκυρές τις πατάτες; Μια πατάτα ισορροπία έφτιαξα, ανέβα πάνω της να δεις, χαμογέλα, σε παίρνουν φωτογραφία. Πόσο ισορροπημένη είναι η ανισορροπία σου Αυτέ;

- Ο μέσος όρος ανθρώπων θα έπιανε από μια γωνία του διχτυού και θα το κράταγε τεντωμένο για ασφάλεια. Και υπάρχουν και κάποιοι που θα έκαναν κλικ για να σε δουν να γκρεμίζεσαι. Δεν παραχωρώ πια ούτε εκατοστό σε αυτούς. Έχω μάθει να ζω με τους άλλους. Υπάρχουν. Και εξισορροπούν την ανισορροπία μου. Όπως λοιπόν θα κάνεις πιρουέττες πάνω στο τεντωμένο σχοινί σου, γύρνα την πλάτη σου σ' αυτούς. Και χαμογέλα στους άλλους...

- Στην επόμενη ισορροπία, λέω να παίξουμε jenga και να ονοματίζουμε το κάθε ξύλινο τουβλάκι και με από κάτι. Στη βάση το δεξί τουβλάκι είναι η ισορροπία και το αριστερό η ανισορροπία. Το μεσαίο είμαστε εμείς όπου προσπαθούμε να ισορροπούμε.

23.2.07

5 ξανά ...από το κάτι


- Για τον Northaura , το Χνούδι και τη 2+1 shots of happy+sad. Μόνο που δεν έχω να κάνω καμία πάσα. Μερικές φορές η μπάλλα σου μένει στα χέρια...

1. Δεν πρόλαβα ποτέ να κάνω ούτε μια ευχή στ' αστέρια. Δεν είχα ποτέ καμία πρόχειρη. Ή όλες ήθελαν πολλά λόγια για να σχηματιστούν. Αλλά τ' αστέρια πέφτουν τόσο γρήγορα...

2. Έχουν υπάρξει άπειρες φορές που τα λόγια έχουν σκαλώσει στον οισοφάγο. Και αυτά που δεν κατάφερα ποτέ να χωνέψω, αλλά κυρίως αυτά που δεν βγήκαν ποτέ προς τα έξω. Άλλα σκεφτόμουν. Άλλα αισθανόμουν. Και τίποτα δεν ακούστηκε. Τα είπα. Τα λέω. Από μέσα μου...

3. Νομίζουν ότι είμαι καλός. Δεν είμαι. Μπορώ πολύ πιο εύκολα να γίνω κακός. Τόσο που μου κάνω κάθε φορά έκπληξη...

4. Νομίζουν ότι είμαι φωτεινός. Δεν είμαι. Απλά το σκοτάδι δε φαίνεται. Σκέψου να σου ρίξουν μια λάμπα στα μάτια. Τι θα δεις; Την άβυσσο από κάτω; Δε φαίνεται. Σε έχει τυφλώσει ο προβολέας...

5. Α, και κάποιες φορές θέλω τα ψέματα. Νομίζω ότι η αλήθεια είναι υπερεκτιμημένη. Υπάρχουν φορές που προτιμώ τη γλυκειά αυταπάτη του ψέματος. Λέω ψέματα και στον εαυτό μου. Πολλά. Μετά τα πιστεύω και τα κάνω αλήθεια.

- Λίγο πριν σου πέσει η μπάλα από τα χέρια, ενώ σε παίρνει ο ύπνος, στην παίρνω για ίσα με πέντε στιγμές. Έπειτα θα στην ακουμπήσω στα πόδια του κρεββατιού, να την βρεις και πάλι, Αυτέ.

1. Λειτουργώ με το συναίσθημα να κυριαρχεί, τσακίζοντας συχνά τη λογική. Στο τέλος η λογική εμφανίζεται και χαιρέκακα δίνει κλωτσιές στο συναίσθημα. Κι εκείνο (το συναίσθημα) παραμένει βουβό να πονάει.

2. Βαρέθηκα να έχω δίκιο σε ό,τι αφορά τους άλλους.
Και το έχω συχνά το σιχαμένο
το δίκιο.

3.
Ένα μωρό, ένα παιδάκι λαχταρώ.

4. Κουβαλώ ανασφάλειες κι ενοχές.
Τόσες που χωράνε και περισσεύουν για αυτή τη
ζωή.

5. Φαίνομαι πως δεν θέλω τα χάδια και τις αγκαλιές, αλλά είναι τόση έντονη η κρυφή μου ανάγκη κι επιθυμία να το κάνουν κάποιοι συγκεκριμμένοι άνθρωποι προς εμένα. Μα αυτά δεν ζητιούνται, γίνονται. Κι όταν γίνονται, κρατάνε λίγο και μετά μένω χωρίς και βγάζω αγκάθια λες κι είμαι αχινός. Αλλά αν τραβήξω το χέρι όταν πας να το πιάσεις, αυτέ, κράτησέ με.

21.2.07

17...από το κάτι


- Καθρέφτη, καθρεφτάκι μου πες μου ποια; Η γριά μάγισσα έρχεται με ένα καλάθι μήλα. Ξέρεις ότι δε θα πάρεις ούτε ένα.

- Κι έστω πως τρώω το μήλο κι ο πρίγκηπας έρχεται να με φιλήσει και να με ξυπνήσει. Αλλά έλα που η γριάτζω μάγισσα στραμπουλάει το ποδάρι της επιστρέφοντας από ΄μένα και την συναντά στο δρόμο ο πρίγκηπας και τότε τρέχει να την περιθάλψει γιατί είναι καλός άνθρωπος. Ε κι εγώ ξυπνάω μοναχή με μια μικρή δηλητηρίαση.

- Το αντίδοτο βρίσκεται ήδη στο κατώφλι σου. Γιατί το καλό έρχεται αθόρυβα. Κάνει κρότο μόνο όταν σκάει πάνω στο κακό.

- Να σε κοιμίσω να μην ακούς; Και μετά σου λένε ένα μήλο την ημέρα τον γιατρό τον κάνει πέρα. Πιάσε ρόλο στην ιστορία όμως, πιάσε ένα μήλο, έναν πρίγκηπα, ένα καλάθι, κάτι.

- Δώσε μου ρόλο. Κομπαρσαρία. Να κάθομαι και να παρατηρώ και να έχω μια μόνο ατάκα. Τη δολοφονική.

- Ορίστε η ατάκα σου κομπάρσε:
"Παραμύθι ήτανε. Tα παραμύθια δεν βγαίνουν ποτέ αληθινά".

15.2.07

16...από το κάτι


- Περνάει. Τρέχει. Δεν προλαβαίνεις. Δεν προλαβαίνω. Φορτώθηκα. Δεν μπορώ άλλο. Δεν αντέχω άλλο. Θέλω λίγο. Δικό μου. Δικό μου και δικό της. Που πάει; Πόσος μένει ακόμα; Κι αν αυτός είναι ο τελευταίος κόκκος άμμου που έχει μείνει; Θέλω να πω, θυμάσαι να ζεις κάθε στιγμή; Τετριμμένα; Σαν να είναι η τελευταία; Θες να τον παγώσω;

- Τον αφήνω να σκορπίζει. Αν γινόταν να σου έδινα κάμποσο από τον δικό μου χρόνο. Εδώ και καιρό μου φτάνει τόσος χρόνος όσος μιας χούφτας άμμου. Τον έβαλα σε κλεψύδρα αλλά ήτανε ραγισμένη κι έτσι γέρνει ο χρόνος και περνάνε γρήγορα οι στιγμές μαζί του. Οι παγωμένοι κόκκοι δεν προλαβαίνουν να κάνουν τικ-τακ και να φύγουν; Αν ναι, τότε σε παρακαλώ πάγωσέ τον.

- Θα προσπαθήσω. Αλλά δε βοηθάει καθόλου αυτός εδώ ο χειμώνας. Τι να κάνω με μια μόνο νιφάδα; Προλαβαίνω να παγώσω έναν κόκκο άμμου. Τον τελευταίο. Για τώρα. Μετά γυρνάς την κλεψύδρα ανάποδα. Και ξανά από την αρχή. Μόνο που τίποτα δεν είναι ίδιο πια. Άλλος χρόνος. Άλλη εποχή. Αλλιώς όλα.

- "Είναι σαν να έρχεσαι για να φύγεις. Ενώ μέσα σου θες μοναχά να έρχεσαι, χωρίς να φεύγεις" είπε αυτή στον άλλον γραπώνοντας τον χρόνο του μέσα στον δικό της με τα χέρια της τυλιγμένα πάνω στο στέρνο του.

- Μου τη δίνει να κλαίγομαι για κάτι που έτσι θα είναι. Όσες γραμμές κι αν προσθέσουμε ο ένας κάτω από τον άλλο. Είναι τόσος. Όσος. Αρκεί να είναι γεμάτος. Να μην γλυστράει. Να μην νιώθω σαν ήρωας ταινίας που στέκομαι στο κέντρο κι όλα τρέχουν γύρω μου. Να είναι σαν την σκηνή στο σταθμό στο "Βασιλιά της Μοναξιάς". Που ο χρόνος αλλάζει κι όλοι αρχίζουν να χορεύουν. Να χωράει λίγη γαμημένη μαγεία.

- Στιγμές παραγεμισμένες με μαγεία λοιπόν, αλλά να μην γλυστράνε από τη χούφτα ρε αυτέ, να μένουν κολλημένες και να κάνουν χρατς-χρουτς-τικ-τακ. Δεν έχω δει την ταινία, ας την κυλήσουμε παρέα κάποια στιγμή, ναι;

13.2.07

15 ... από το κάτι

In The Corner For Life... by =Norke
- Κρύβεσαι; Κλαις; Έσπασε μια ανάμνηση που είχες κρεμάσει στον τοίχο της μνήμης σου; Μήπως η γωνιά εκεί έχει μυστική είσοδο που σε πάει κάπου αλλού;

- Και κρύβομαι. Και κλαίω. Και κολλάω σπασμένες αναμνήσεις. Μόνο που δεν έχω χρόνο. Σπάνια πια κλαίω. Σπανιότερα κρύβομαι. Και σχεδόν ποτέ δεν προλαβαίνω να κολλήσω αναμνήσεις. Μόλις και μετά βίας φτιάχνω καινούριες. Όσο για την τρύπα στον τοίχο. Ακόμα περιμένει ένα μάτι να πάρει μάτι. Έναν άλλο κόσμο.

- Κρύψου, δεν θα σε φυλάω μέχρι το εκατό. Το φτου-ξελευθερία βρίσκεται στον άλλον κόσμο, στην εσοχή της γωνιάς του δωματίου που στέκεσαι.

12.2.07

14...από το κάτι


- Κάποτε οι άνθρωποι άκουγαν. Μιλούσες και σε άκουγαν. Αλλά πέρασαν πολλά χρόνια από τότε. Τώρα οι άνθρωποι μιλάνε και δεν τους ακούει κανείς. Μερικές φορές ούτε οι ίδιοι. Όσοι έχουν να πουν κάτι επιμένουν λίγο παραπάνω. Μετά από λίγο καιρό όμως σταματάνε. Δεν έχει πια νόημα. Ό,τι έχεις να πεις το ομολογείς πια μόνο στον εαυτό σου. Αφού κανείς δεν ακούει πια. Και μετά πέφτεις πάνω σε κάποιον που το μόνο που του έχει μείνει, το μόνο που ξέρει να κάνει πια, είναι να ακούει. Γιατί εδώ και χρόνια δεν είχε τίποτα να πει. Και τώρα πρέπει να μάθεις από την αρχή να λες ιστορίες. Γιατί αυτός ο άνθρωπος, καταλαβαίνεις ότι δεν πέρασε για λίγο. Αλλά είναι γι αυτό που λένε «για πάντα». Και αρχίζουν και οι δύο να μαθαίνουν να μιλάνε. Ο ένας όπως είχε ξεχάσει κι ο άλλος όπως ομολογούσε μόνο στον εαυτό του. Αλλά ξέρουν κι οι δύο πως δε θα βρεθεί άλλος. Αν χαθεί ο ένας από τους δύο, ή αν δεν αντέξει, τότε όλα θα γίνουν όπως πριν. Ένας είναι ο άνθρωπός τους. Αυτός που ήρθε γι αυτό που λένε «για πάντα».

- Aυτοί οι ίδιοι άνθρωποι συχνά έχουνε ακουστικά στα αυτιά τους. Ένας σωρός ακουστικά: για μουσική, για να ακούνε παρουσίες τηλεφωνικές, για να ουρλιάζουν το εγώ τους κι η άλλη άκρη της γραμμής να γίνεται ακόμα πιο δυνατό ουρλιαχτό. Σιγά - σιγά, όπως σαν να μιλάνε ανάμεσα από τις γρίλιες ενός παντζουριού, αυτοί οι δύο που σκόνταψαν ο ένας πάνω στον άλλον, σιγοψιθυρίζουν αυτά, τα όσα. Και πάλι σιγά - σιγά χώνουν τα δάχτυλά τους ανάμεσα στα χωρίσματα της γρίλιας, να δούνε από την άλλη μεριά τη σκέψη που γίνεται πότε βλέμμα και πότε λέξεις. Γιατί τίποτα δεν θα είναι ξανά όπως πριν, μιας και το πάντα τους στέκεται εκεί, ανάμεσα.

9.2.07

13 ... από το κάτι



- Μια φορά κι έναν καιρό μπήκα στο δάσος των συναισθημάτων. Έκατσα να ξαποστάσω κάτω από ένα δέντρο. Η σκιά του κάλυπτε το κορμί μου μα οι πατούσες μου λιαζόντουσαν από τις αχτίδες του ήλιου, αυτές δεν τις κάλυπτε καμιά σκιά. Έκλεισα τα μάτια κι ακούμπησα το κεφάλι μου στον κορμό του δέντρου. Ακούγονταν γέλια από μέσα του. Στην αρχή χάχανα όπως αυτά όταν έλεγα μυστικά στις συμμαθήτριές μου, μετά γέλια γεμάτα έρωτα κι αμηχανία, όπως αυτά που κρύβουν τόσα λόγια μέσα τους, έπειτα γέλια της μπούρδας, όπως αυτά που λέμε τόσο συχνά με εσένα αυτέ. Στο τέλος άκουσα ένα γέλιο πνιχτό και με ηχώ, όπως αυτό μετά το σμίξιμο των κορμιών. Ανασήκωσα το κεφάλι και είδα τα γέλια κρεμασμένα στα κλαδιά. Ήτανε ολόδικά μου, βρήκα τα χαμόγελα που είχα ξεχάσει πως τα είχα κάνει. Λες και το δέντρο αυτό ήτανε μόνο εκεί για να το στολίσω με γέλια κι άλλα. Σηκώθηκα, έπιασα ένα χαμόγελό μου κι άγγιξα το πιο κοντινό κλαδί. Πιάσε το, καλημέρα.




- Μια φορά κι έναν καιρό μπήκα στο δάσος των συναισθημάτων. Νύχτα. Έβρεχε. Αστέρια. Ένα χαμόγελο κρεμόταν στο πιο κοντινό κλαδί. Το φόρεσα. Όταν ξεκρεμάσεις όμως κάτι από ένα δέντρο, πρέπει να κρεμάσεις κάτι σε κάποιο άλλο. Όταν σου δίνουν, πρέπει να δίνεις. Όχι όμως γιατί πρέπει. Γιατί έτσι κάνουν οι κανονικοί άνθρωποι. Όχι στον κανονικό κόσμο πια. Πάω στο δέντρο των δακρύων και κρεμάω το πιο χαρούμενο δάκρυ μου. Ένα από αυτά που ξέρουν. Ένα από αυτά που μπορούν να αντέξουν. Από αυτά που μόνο αυτά χωράνε τόση χαρά μέσα τους. Το κρεμάω πλάι στο δάκρυ της απώλειας. Της μεγάλης απώλειας. Του θανάτου. Όταν κάποιος αναγκαστεί να το ξεκρεμάσει να ξέρει πως δίπλα θα τον περιμένει το άλλο. Που θα έχει χάσει το ταίρι του. Και δεν κάνει να χωρίζεις 2 δάκρυα για πάντα. Αντέχουν για λίγο μακριά. Αλλά όχι για πάντα...



Autumn's Flight by @madnessism



- Mια φορά κι έναν καιρό μπήκα στο δάσος των συναισθημάτων. Φθινόπωρο, τα φύλλα έπεφταν και στόλιζαν τα μαλλιά μου. Μια στάλα βροχής άγγιξε το μάγουλο, ωχ όχι ήταν αλμυρή, κοίταξα πιο πέρα, το δέντρο με τα δάκρυα είχε γιομίσει. Μάζεψα φύλλα από το έδαφος κι έβαλα κάθε δάκρυ μέσα σ΄ένα φύλλο. Αν πέσουν κατά λάθος να γίνουν σαν καραβάκια και να μην χαθούνε στο χώμα, αλλά να πάνε ταξίδι. Παίρνω ένα στη χούφτα μου, εκείνο με το χαρούμενο δάκρυ κι αφήνω μια λύπη σ΄ένα δέντρο που στέκεται ξεραμένο παραδίπλα.


8.2.07

12...από το κάτι

The inside house by =daaram



- "Aσε να μπει λιγάκι φως σ'αυτό το σπίτι. Tόσα μερόνυχτα που έμενε κλεισμένο όσοι το βλέπανε το λέγαν στοιχειωμένο,πετάγαν πέτρες να του σπάσουν το φεγγίτη. Κάτι Τρίτες που τα βράδια ήτανε κρύα, τους τρόμαζε κι εκείνο τρομαγμένο, έτσι όπως του 'χανε στην πόρτα καρφωμένο ένα μεγάλο σιδερένιο Δεκατρία. Aσε να μπει λιγάκι φως σ'αυτό το σπίτι, τόσα δωμάτια,τόσα χρόνια τόσο άδεια, γέμισε ο χρόνος τους καθρέφτες του σημάδια, γέμισε ο πόνος τα θεμέλια δυναμίτη. Ποιος να 'χει τώρα το κλειδί; Που να το κρύβει; Σε ποιου χαμένου πηγαδιού τη μαύρη κοίτη; Ποιος να 'ναι αυτός που τόσο επίμονα κοιτάζειμέσα απ'το δάσος σ'αυτό το σπίτι.Έλα και κάθισε για λίγο εδώ κοντά μου. Άπλωσε σ' ένα βλέμμα όλη τη ζωή σου.Μπορεί να έμενες παλιά εδώ θυμήσου. Νομίζω σ'έχω ξαναδεί στα όνειρα μου."

- Σε ένα του βλέμμα να χωράει όλη του η ζωή του κι εγώ να την δω απλωμένη μέχρι την πιο στοιχειωμένη σκέψη του. Ν΄ανατιναχτεί ο πόνος του που στοιβάχτηκε καιρό τώρα, να ξεκλειδωθούν οι σκουριασμένες κλειδαριές της σκέψης του και να γίνω από όνειρό του, πραγματικότητα. Μην με κουνάς αυτέ, μην με ξυπνάς.

- Δε σε κουνάω για να ξυπνήσεις. Σε κουνάω για να κοιμηθείς. Κι εκεί άμα θες θα έρθω να σε κουνάω στην κούνια του κήπου. Αλλά φρόντισε τουλάχιστον στο όνειρο να είναι όλα αληθινά. Αφού στον ξύπνιο τα μισά είναι ψεύτικα.

- Κι αν έρθεις να μου κλέψεις το όνειρο προτού γίνει αλήθεια και το πετάξεις σε κάποιο αδιέξοδο στενό της γειτονιάς; Είχα ανάψει κερί στο σπίτι μια φορά κι εσύ είδες την ευχή. Εκείνη που πρώτα φύσηξα μαλακά κι έπειτα γελάσα δυνατά, να σε παραπλανήσω. Μήπως και βγει αληθινή κι όχι στοιχειωμένη. Θες να ξεστοιχειώσεις μια ευχή ή ένα βλέμμα σου; Αν ναι, βγάλε την σ΄ετούτο το φως που μπαίνει δειλά από το παράθυρο.

- Τις θέλω τις στοιχειωμένες ευχές μου. Και τα στοιχειωμένα βλέμματα. Και τα στοιχειωμένα όνειρα. Αυτά τουλάχιστον έχουν ένα στοιχειό μέσα τους. Τις άδειες ευχές. Τα άδεια βλέμματα. Και τα άδεια όνειρα είναι που πρέπει να καταχωνιάσω τώρα κάπου. Γιατί για να τα βγάλω στο φως, ούτε κουβέντα.

7.2.07

11 ... από το κάτι

Tunnel by ~bucz

- Το μάκρος του τούνελ ίδιο είναι κάθε φορά που το διασχίζω. Μικρή έλεγα μέσα στο αυτοκίνητο (ενώ περνούσαμε κάποιο τούνελ): "τώρα κλείσαμε τα ματάκια μας;" και συγχρόνως τα κρατούσα ορθάνοιχτα για να δω τη στρογγυλάδα της άκρης του, το φως να γλυκαίνει την τρομάρα. Τα ματάκια παρέμειναν αλλά τώρα τα σφραγίζω συχνά, από πανικό. Περνάει ένα 24ωρο και το χθες θυμίζει πιο ελαφρύ, λες και χωνεύτηκε με το πέρασμα της ώρας. Να ρε αυτέ, αυτό μου μοιάζει πως το κάνεις ανά πάσα στιγμή, να με περιμένεις μέσα στο τούνελ και να μου λες: "ξεστραβώσου, να δες πως φωτάει εκεί έξω".

1.
- Δε θα συνεχίσω την ιστορία. Γιατί το μέσα μου, τώρα δε βγαίνει έξω μου. Και το μέσα δε χωράει σε γραμματάκια ώρες - ώρες. Δεν ξέρω αν θα είμαι. Αλλά με συγκίνησες. Βλαμμένο.
2.
- Θα απλώνεις τα χέρια με κλειστά τα μάτια και θα πιάνεις τον υγρό τοίχο. Και θα προχωράς. Μόνη σου. Και μη φοβηθείς για εμπόδια. Θα τρέχω μπροστά και θα τα μαζεύω όλα. Και θα βγεις μόνη σου στο φως. Αφού τον ξέρεις το δρόμο. Δε γεννήθηκες για σκοτάδι. Είσαι εδώ για το φως.

6.2.07

10...από το κάτι

underneath the pain... by ~niGHTpiSces



- Πολύ αγαπώ. Πολύ πονώ. Καλό είναι ν' αγαπάς πολύ; Κακό είναι; Δεν το ξέρω. Το ξέρεις;

- Tι πολύ, τι λίγο, τι καλό, τι κακό. Αγαπάω κι ας το ξέρω. Και πονάω ενίοτε αλλά αυτό είναι κάτι που το ξέρω και δεν θέλω να το ξέρω.

- Ο πόνος στην επιφάνεια. Κι η αγάπη από κάτω. Ξεσκονίζεις. Γυαλίζεις πόνο. Τον μοστράρεις κιόλας. Γιατί αυτό θέλουν οι άλλοι. Δίνεις πόνο. Ορμάνε. Ξεσκίζουν. Και ησυχάζουν. Και σου μένει το από κάτω. Το δικό σου. Το ολόδικό σου. Αυτό το μοιράζεσαι όταν, όπως και με όποιους.

- Να ξεσκίζω από αγάπη γίνεται; Χωρίς μοίρασμα. Όπου παίρνεις την καρδιά σου αγκαλιά και την νανουρίζεις με στίχους πρόστυχους κι ωμούς. Το έχεις τολμήσει αυτό, αυτέ;

- Τι λες; I am very happy, so please hit me. I am very very happy, so come on hurt me. I'll grow back like a Starfish... Χωρίς ποτέ να ξέρω γιατί μου το κάνω αυτό.

- Και που το τόλμησες; Κατάλαβες κάτι ή τίποτα δεν κατάλαβες; Κι ο αποδέκτης; Ήθελες να σε καταλάβει; Σε κατάλαβε; Μηπως σε κατέβαλλε ο πόνος τελικά; Να τρέχεις με μια καρδιά παραμάσχαλα σαν καρπούζι, να στάζει αγάπη.

- Δε θα έχεις όλες τι απαντήσεις. Αν βρεις τις δικές σου τότε μπρορεί και να πάρεις και των άλλων. Μπορεί και να μην. Τίποτα όμως δεν ήταν τόσο δραματικό. Ούτε καν όσο ένα καρπούζι που στάζει αγάπη.

- Δεν απαντάς, μου βάζεις ένα δεύτερο ενικό. Και δημιουργείται απόσταση. Ή ίσως και όχι, ίσως να το κάνω δραματικό πάλι. Άσε που για να πω τις απαντήσεις, περιμένω τις ερωτήσεις. Που εκείνες δεν βγαίνουν εύκολα από των αλλονών τα στόματα, βλέπεις τις μπουκώνονται τις καρδιές και τους στουμπώνουν οι ερωτήσεις μέσα στο στόμα.

- Οι ερωτήσεις βγαίνουν. Και οι διαπιστώσεις επίσης. Αλλά εκεί είναι που αλλάζεις θέμα. Ή βάζεις τελεία. Δέχομαι και αυτήν την αναπηρία. Και την άλλη. Των στουμπωμένουν ερωτήσεων. Απ' ό,τι κι αν στούμπωσαν. Εσύ λες από καρδιές. Μπορεί κι από θυμό, και από έλλειψη, και από ανάγκη. Μπορεί από οτιδήποτε. Ο καθένας κι η αναπηρία του. Η δική του όμως. Ολόδική του. Όχι για παρατήρηση, ούτε για έρευνα, ούτε για κοινή θέα.

- Το δικό σου, δικό μου; Το δικό μου, δικό σου;
Το δικό σου + το δικό μου = το δικό μας.
Αγάπη - πόνος + δικό μου - δικό σου x του άλλου : αναπηρία.
Πολύ δύσκολο άθροισμα, αυτό το ξέρω.
Α, αυτέ, love is never enough, it grows like a starfish.

5.2.07

9 ... από το κάτι

- Στη σιωπή της Παρασκευιάτικης νύχτας, ξεκίνησα να φτιάχνω ακόμα ένα μονοπάτι με στιγμές και σκέψεις. Ένιωσες την σιωπηλή ταραχή μου στην άγνωστη αυτή διαδρομή; Παρατηρητές των εαυτών μας όπως σε βουβή ταινία, με μουσική υπόκρουση μοναχά, καθηλωτική μουσική όμως. Από μέσα μου σου ψιθύριζα να μην τρέχεις, να μην τελειώσει η διαδρομή, να άρχιζε ξανά και ξανά από εκείνη τη στροφή που όλα γίνονταν σκοτεινά και μυστηριώδη. Λες και γινόμασταν επισκέπτες του σκηνικού ενός άλλου και φορώντας τα μάτια του, να ερχόμασταν μια στροφή πιο κοντά στο σπίτι, στο σήμερα και σε μια γλυκιά καλημέρα.

- Ούτε ψίχουλα, ούτε βότσαλα, ούτε τίποτα. Αυτή είναι προσωπική διαδρομή. Δεν ένιωσα. Κι υπάρχει και περίπτωση και να μην καταλάβω ποτέ. Δεν πειράζει. Είναι που μερικές φορές πρέπει να είμαστε μόνοι μας. Εκεί που το δικό σου μυαλό στρίβει εκεί που όλα είναι σκοτεινά και μυστηριώδη, εγώ αποφασίζω να βγάλω αριστερό φλας και να στρίψω στην επόμενη στροφή. Αλλά δεν πειράζει. Είναι που μερικές φόρες πρέπει να στρίψουμε μόνοι μας. Κι είναι αδύνατο να επιστρέψω ξανά και ξανά σε ένα σημείο που δε βρέθηκα ποτέ. Αλλά κι αυτό δεν πειράζει. Είναι που μερικά μέρη, δε θα τα δούμε ποτέ. Ούτε έτσι. Η πρωινή νιφάδα που έλιωσε στο παρμπρίζ μου, είναι η εικόνα μου. Δεν την είδες ποτέ. Αλλά τι πειράζει; Τι θα είχα να σου διηγηθώ διαφορετικά; Είναι που μερικές φορές και η ταύτιση κουράζει...

- Δεξί φλας έβγαλες, σ΄εκείνη τη στροφή. Κουράζει η ταύτιση, κουράζει κι η μυστηριώδη σκοτεινιά του στριμμένου του μυαλού μου. Μήπως έχεις διάθεση να μου πεις για τη νιφάδα σου κατιτίς ακόμα;

- Ε, ήταν η πιο ωραία νιφάδα που έχω δει ποτέ. Σαν καθετί που περιμένεις καιρό. Ήρθε. Έκατσε. Κι έλιωσε. Αυτό είναι που με τρομάζει. Περιμένεις κάτι τόσο καιρό κι όταν έρχεται είναι για τόσο λίγο, που αν δεν είσαι έτοιμος το χάνεις. Ανοιγοκλείνεις τα μάτια σου και το έχασες. Έχει χαθεί. Πάει. Και η ευτυχία ήταν αυτό που περίμενες να 'ρθει. Ήρθε. Το πήρες πρέφα;

- Ναι αλλά έλιωσε κοντά σου, μπροστά σου, χάθηκε αφού έγινε ένα με το βλέμμα σου. Παρηγοριά της μπούρδας σου λέω. Αφού ρε ΄συ κατά βάθος, μην σου πω και κατά την επιφάνεια, ήθελες πολλές νιφάδες, κι εγώ πολλές στροφές. Κι ας πάγωνες εσύ κι ας ζαλιζόμουν εγώ. Ήρθε, αλλά θέλω να μείνει. Να μείνει, να μείνει, να μέινει με πείσμα.

- Ε ναι. Να το στρώσει ήθελα. Να βγω στα λευκά πριν γίνουν λάσπη. Με τη βεβαιότητα ότι οι νιφάδες θα γίνουν λάσπη. Με τη βεβαιότητα ότι θα πάρεις κι αυτή τη στροφή. Θα μπεις με τη σωστή ταχύτητα και δε θα σε πετάξει. Η νιφάδα ήρθε. Η στροφή είναι πίσω σου. Και θα έρθουν κι άλλες. Αλλά δεν ξέρω πως να κάνω τη στροφή να μείνει. Γιατί αν μείνει, θα κάνεις κύκλους. Και τους έχω δει τους κύκλους σου. Άσε που δε θες τη στροφή. Τώρα θες να βγεις στη λεωφόρο με ό,τι συνάντησες στην κλειστή στροφή. Βγες. Και ξέρω πάλι ότι σου δίνω τη χειρότερη συμβουλή. Το πιο πιθανό είναι ότι θα μείνει να σε κοιτάει από απόσταση κι εσύ να καταριέσαι τη λεωφόρο. Αλλά μόνο αυτή οδηγεί "σπίτι". Όποιος τρομάξει θα τρόμαζε έτσι κι αλλιώς. Όχι από τη λεωφόρο. Από το "σπίτι"...

- Πάμε κι όπου μας βγάλει. Να μας βγάλει, στο repeat.

2.2.07

8...από το κάτι

The Flood by ~ErebusOdora



- Αυτό. Να έρθει η παλίρροια. Κι όταν φύγει να μην έχει μείνει τίποτα. Να κάτσεις στο παράθυρο και να δεις τα κύματα να παίρνουν μακριά ονόματα, δάκρυα, το τελευταίο ψήγμα της ανάμνησής του και το θυμό σου. Κι αυτός θα έρθει να σου σκουπίσει το τελευταίο δάκρυ και να το πετάξει κι αυτό στα κύματα. Η αλμύρα θα μείνει για πάντα. Παλίρροια ήταν...

- Το αγνάντεμα αυτό ποτέ δεν έμοιαζε τόσο δύσκολο στα μάτια μου. Φοβάμαι. Ν'αντικρύσω με τα δυο μικρά σαν κοχυλάκια μάτια, τον άλλον να με κοιτά. Να με αγναντεύει και να μην θολώνει το τοπίο από αυτά που απόβρασε η παλίρροια. Το κουβαδάκι και σε άλλη παραλία φοβάμαι μην συμβεί, αυτό αυτέ.

- Πήγα να σου μιλήσω για τη γοητεία της άλλης παραλίας. Αλλά ποιος νοιάζεται για την άλλη παραλία όταν έχει απλώσει το παραμύθι του και τα αραχνοΰφαντά του πέπλα σ' αυτήν; Να σου μιλήσω για την αβεβαιότητα. Για τον αέρα που μπορεί να φυσήξει και να σβήσει τα κεριά; Για την αμμοθύελλα που μπορεί να ξεσκίσει τ' αραχνοΰφαντα; Ούτε αυτό. Έχει νόημα η γνώση της υποτιθέμενης επικείμενης καταστροφής, όταν βρίσκεσαι ακόμα στην πρώτη σελίδα του παραμυθιού; Και ποιος ήταν αυτός που σταμάτησε ένα παραμύθι στη μέση γιατί φοβήθηκε το τέλος του; Κι αν υπάρχει, έχει να κάνει καθόλου μ' εμάς; Σου έχω δώσει την χειρότερη συμβουλή κάποτε. Τότε. Να επιμείνεις. Πάλι τη χειρότερη θα σου δώσω. Να μείνεις στην παραλία. Κι αν ήμουν τόσο μεγάλος μάγος θα έστελνα άερηδες και αμμοθύελλες. Ξέρεις που; Και τόσο αλτρουιστικά εγωιστικά θα κατέστρεφα. Για πόσα πράγματα είμαστε ικανοί;

- Η παραλία ετούτη είναι όμορφη. Είδες τα βότσαλα σε σχήμα καρδιάς στο αλμυρίκι όπου στον ίσκιο του βρίσκω μια δροσερή αγκαλιά; Αν βρέξεις το μπατζάκι σου, θα το απλώσουμε κοντά στη φωτιά, βλέπεις γύρω της πόσα μάζεψα από την παλίρροια; Εσύ τι έφερες από την δική σου παραλία μέσα στο κουβαδάκι; Σκάνε τα κύματα και χαιδέουν τους αστραγάλους μου διαρκώς. Ακούω τη συμβουλή σου σ΄ένα κοχύλι κι ας είναι ριψοκίνδυνη. Τι ναυαγοί είμαστε άλλωστε;

- Βρεγμένο τζιν με κολλημένη άμμο. Τότε θα 'ναι πάλι καλοκαίρι. Αλλά τώρα πάω να βγω στη βροχή. Τόσους μήνες περιμένω ένα πρωτοβρόχι. Να φορέσω αυτή τη διάθεση. Που θέλει σπίθες στο τζάκι, ένα πάπλωμα κάτω και τη βροχή στα κεραμίδια. Και να μην ξέρεις αν είναι η φωτιά που φουντώνει ή η βροχή.

- Με φύκια ακουμπισμένα στη βρεγμένη άμμο έγραψα μόλις: "Καιρός για να ξεπλυθούν τα δάκρυα κι οι πίκρες μας. Και να γευτούμε παρέα την αλμύρα της αγάπης". Τι όμορφα που ανακαλύφθηκε ετούτη η παραλία. Στην δική σου εσύ τώρα, άσε το κουβαδάκι σου εδώ για το Σαββατοκύριακο.

- Αφήνω κουβαδάκι. Καρφώνω και τα φύκια για να μην κουνηθεί ούτε κόμμα. Αφήνω και την υπόσχεση. Τι ποια; Όποια θες...

1.2.07

7 ... από το κάτι

Tree of poisoned hearts by ~mattina-nera


- Με περίμενες πολύ; Ένιωσα μια ήρεμη σιγουριά μέχρι να έρθω να σε βρω και σήμερα. Καλό μήνα, αυτέ.


- Νομίζω ότι έχω μάθει να μην περιμένω πια. Έτσι καλύτερα. Όταν σου έρχεται, απλά ήρθε. Πάντα τον αγαπούσα αυτόν τον μήνα. Ήταν που το έλειπε κάτι. Ε, πάντα δε θα λείπει κάτι;

- Ένα σωρό κάτι, αλλά έχουμε το από κάτι μας να τα αφήνουμε και να τους αλλάζουμε σχήμα έτσι δεν είναι; Αν στολίζα δέντρο κάθε μήνα, λες αυτό να είχε καρδιές πάνω του ή παραμύθια για έρωτα και παντοτινά βλέμματα;

- Ξέρεις πως είμαι εγώ μ' αυτά. Δεντράκια όλο το χρόνο. Αμέ. Καθόλου δεν με πειράζει να γίνουμε μελό χάρη του Φλεβάρη. Και καρδιές και παραμύθια για τον έρωτα, αλλά κι έναν πληγωμένο ιππότη στην κορυφή. Για τον τσαμπουκά του έρωτα. Και για την άρνηση.

- Η άρνηση του έρωτα μοιάζει με το μέταλλο του σπαθιού κι ο τσαμπουκάς του έρωτα με την χειρολαβή του. Κι ενώ θες να αγγίξεις τη λάμα, αρκείσαι στη λαβή. Ο έρωτας είναι εκεί που κόβει, έχεις ακόμα το κόψιμο; Εκείνο που χαράκτηκε στην άκρη του δείχτη σου σαν καρδιά. Να σου δώσω κορδέλα μωβ σαν αυτή που στολίστηκες σήμερα;

- Αυτή η παλιά έχει γίνει τώρα ένα ωραίο σημάδι. Μόνο να το στολίσω αν θες με τη μωβ κορδέλα. Τώρα τον έχουμε νικήσει τον φτερωτό. Έχει γίνει ένα ωραίο καδράκι. Πήγα να γράψω καρδάκι. Αυτοί οι αναγραμματισμοί ώρες - ώρες λένε αυτό που δε θα σκεφτόσουν ποτέ. Ένα καρδάκι- καδράκι που δε θέλει και πολύ τρίψιμο για να πεταχτεί από μέσα του το τζίνι. Είδες που ο Φλεβάρης είναι μάγος; Την πρώτη του μέρα "περί έρωτος και άλλων δαιμονίων".

- Εσύ κρέμασέ το όσο εγώ ξεκρεμάω μια καρδούλα με γεύση απογευματινού καφέ. Όταν γυρίσω, να κοιτάξω το σημάδι σου και να το ξεσκονίσω λίγο, εκεί που θαμπώνει από τη δαχτυλιά σου.

- E, μη σβήνεις όλα τα σημάδια. Μετά θα είναι σαν να μην πέρασα...

- Στο αφήνω, μόνο που περνώντας ακούμπησα αυτό που ένιωσες. Είναι όμορφο πολύ κι έτσι.


6...από το κάτι

Moon Fairytale II by ~elfka



- Από εδώ ως εκεί. Από εδώ ως την πανσέληνο ένα τσιγάρο στην πλάτη του πήγασου. Τι φοβάσαι ρε; Μια γι αυτήν και μια γι αυτόν πάνω στη σελήνη. Μην ξεχάσεις τα τσιρώτα. Έχουμε να κλείσουμε ρωγμές και πληγές. Α! και την ταμπακέρα...

- Nα κάτσουμε αναπαυτικά μέσα στο φως της και να μαζέψουμε αστέρια να την κάνουμε πιο φωτεινή. Κάθε αστέρι και μια χαμένη ευχή ή μια ψυχή καποιανού που πέθανε αλλά ακόμα δεν έκλεισε όλους του τους λογαριασμούς. Πιάσε το τεφτέρι και με το αστέρι που έχω για φυλαχτό θα στο δώσω για φακό, για λίγο όμως, μην μου κάψεις τελείως τις μπαταρίες του γιατί γεμίζει από αγάπη μοναχά.

- Θέλω να πάμε για να ανοίξουμε καινούριους λογαριασμούς. Για να μετρήσουμε παρουσίες. Βαρέθηκα να μετράω απουσίες και χαμένες ευχές. Από αυτές που έτσι κι αλλιώς ποτέ δεν είχα εύκαιρες. Δεν είναι πως δε θα έστρωνα τραπέζι γι όλους για μια φορά ακόμα. Είναι που μετά η απουσία θα είναι απουσία και απουσία ξανά. Είμαι φριχτός στους αποχαιρετισμούς. Ακόμα και αυτούς του αεροδρομίου. Πόσο μάλλον στους 'για πάντα'.

- Φέρνω καινούργιο τετράδιο, να το στολίσουμε με φυστίκια Αιγίνης. Όταν η μνήμη πεινά να της δίνουμε ένα-ένα και να μας αφήνει ησύχους. Πάλι με βάζεις να μετράω αλλά άκου: εγώ μπορώ να τις βλέπω, να τις αγγίζω, να τις φωνάζω τις παρουσίες κι εσύ να τις μετράς αφού παίξεις μαζί τους; Δεν θα σου πω ποτέ αντίο κι ας ξέρω πως δεν υπάρχει το πάντα.

- Στον δικό μου κόσμο υπάρχει και το 'ποτέ' και το 'πάντα'. Για όσο. Αυτή η τιμωρία του 'πάντα' που πρέπει να είναι για 'πάντα' είναι κατασκεύασμα. Μια λέξη που της φορτώσαμε μια έννοια, χωρίς 'ποτέ' να τη ρωτήσουμε. Σαν τους ανθρώπους που τους φορτώνουμε ανάγκες και θέλω. Παίρνω πίσω το θέλω μου το πριν. Πάμε για ό,τι...

- Το ποτέ σου και το πάντα σου το είδα στο κοίταγμά σου. Αυτό που πρώτα το νιώθω κολλημένο πάνω στα μαλλιά μου και μετά γυρνώ και το συναντώ. Πόσες φορές δεν ξεκρέμασες από τα μαλλιά το αστέρι που κρυφοφέγγιζε; Ή λανθασμένα κατάλαβα πάλι;

- Ακόμα κι αυτά που δεν άφησες ποτέ να εννοηθούν δεν μπορείς να τα χρεώσεις ως λανθασμένα. Αφού κάποιος, κάπως τα κατάλαβε. Λανθασμένα ποτέ λοιπόν, πόσο μάλλον πάλι. Μην κουνιέσαι. Ξεκρεμάω κι άλλο αστέρι.

- Τα χρωστούμενα τα αφήνω για απόψε μαζί με τις απουσίες. Τώρα μοναχά υποσχόμενα και παρουσίες. Αυτό το κάπως αλλάζει τόσα αυτέ. Είδες το ξεκρέμασες και τώρα έχεις κι εσύ έναν ίδιο με ΄μένα, φακό.

- Φακό σήμερα τσου. Έχει πανσέληνο. Το γνωστό. Σοκολάτα πραλίνα εγώ. Εσύ;

- Νερό να δροσίσει τη γεύση του καπνού. Μπορείς να κάνεις κυκλάκια να μοιάζουν με μικρές πανσέληνους; Να τις βάλουμε στις τσέπες να τις μοιράσουμε στα όνειρα αυτών εκεί κάτω;

- Όχι. Αλλά κάτι θα σκεφτούμε για να τσεπώσουμε όνειρα για μοίρασμα.

- Καληνύχτα αυτέ. Πιάσε τσιγαρο για τον δρόμο της επιστροφής από το φεγγάρι.