- Ο αέρας γίνεται ο ταχυδρόμος μου και φέρνει κάτι από το ένα μέρος στο άλλο, από τον έναν άνθρωπο στον άλλον. Ο αέρας αφήνει τα κάτι μου στην άκρη του φεγγαριού, στο τζάμι του αμαξιού, ανάμεσα στα δάχτυλα του χεριού ή ακόμα και στο πάτωμα να σκαλώσουν σαν χαλικάκια στην σόλα του παπουτσιού του. Τα κάτι αυτά, είναι συνήθως φιλιά με αγάπη.
- Ο αέρας είναι κάτι σαν ταχυδρόμος. Ξέρει από που παραλαμβάνει, αλλά δεν ξέρεις ποτέ που παραδίδει. Και τα φιλιά σου, τα γεμάτα αγάπη μπορεί να πέσουν σε γούβες με λάσπη, να βρεθούν σε κεραμίδια, να πέσουν στον υπόνομο. Μπορεί και να χαϊδέψουν μάγουλα. Μπορεί να μπουν μαζί με την σκόνη και σ' ένα ζευγάρι μάτια. Και να τα κάνουν να κλάψουν από αγάπη.
- Ο αέρας πάλι θα ξεράνει τα δάκρυα αυτά. Κι εκείνα, τα φιλιά τα σταλμένα από αγάπη, να μοιάζουνε σαν τα ρυάκια που φτιάχνεις με το δάχτυλο στο χώμα.
- Ή σαν τις καρδιές που φτιάχναμε στην άμμο. Με ονόματα κι ένα βέλος. Και 3 σταγόνες αίμα. Και μετά ο αέρας θα φέρει ένα κύμα για να σβήσει ό,τι έπρεπε να σβηστεί.
- Ας πιαστούμε χέρι-χέρι κι ας αρχίσουμε σβούρα γύρω γύρω. Για να φυσήξουμε όσα τέτοια φιλιά με τον αέρα μας.
- Τι έγινε; Πιάσατε κανένα;