6.9.07

38 . . . από το κάτι

- Ένας αχταρμάς. Σε όλο μου, όμως. Τις τελευταίες μέρες υποδύομαι ρόλους. Και δεν ξέρω αν το κάνει χειρότερο το ότι τους μπερδεύω. Εκεί που είμαι έτσι, γίνομαι αλλιώς. Και το αλλιώς μπαίνει στο έτσι κι φτου από την αρχή. Δεν είναι πως θέλω παρηγοριά, είναι που περιμένω ξένα χέρια για να μου χαιδέψουν τα μαλλιά. Είναι που δεν διακρίνω την αγάπη και που όταν αυτή δηλώνει την παρουσία της, τότε αμιβάλλω για τη διάρκεια. Και τι ρόλο τραβάνε οι άλλοι, ακόμα κι εσύ; Έδω και μερικές ώρες, έχω στα χέρια μου ένα σενάριο. Κι αυτός ο ρόλος λέει να ξέρω πως ο χρόνος της αγάπης μπορεί να γίνει μόνο μια υπόσχεση που την παίρνει ο άερας. Αυτός, ο αέρας ο κοπανιστός.

- Παλιά μπορεί να με τρόμαζες. Τώρα ξέρω. Μη κοιτάς που μερικές φορές πονάνε τα χέρια μου. Αφού εσύ μόνο με μια ανάσα αγάπης μπορείς να αναπνέεις για πάντα. Και όχι γιατί αυτό που παίρνεις είναι αρκετό, αλλά γιατί αυτό που είσαι το κάνει πολύ.

- Τα δικά μου χέρια πονάνε, εσύ βαριέσαι λες. Και δεν μου φτάνει μια ανάσα. Ίσως μόνο αυτή που θα γίνει φιλί μέσα στο στόμα. Αλλά αυτό είναι για άλλον. Τότε που στον ρόλο της Ωραίας Κοιμωμένης είμαι εγώ και του Πρίγκηπα εκείνος. Μισό να ξεντυθώ από αυτό το παραμύθι. Να, είδες; Άι σιχτίρ. Δεν μου φτάνει μια ανάσα και δεν ξέρω τι σου φτάνει κι εσένα. Και ναι, τώρα μπήκα σε θρίλερ, πρόσεχε τις λακκούβες μου.

- Από εδώ δεν κάνει καθόλου έλλειψη. Από εκεί όταν κάνει μίλα. Τι να μου κάνουν οι λακκούβες. Να λασπωθώ; Να στραμπουλίξω το πόδι μου; Όλα είναι λίγο. Αρκεί εμείς να μην είμαστε λίγοι.