- Και μετά κάθησαν στο παγκάκι με τις ώρες. Όχι γιατί είχαν κάτι να πουν με τις ώρες. Αλλά ένιωθαν ότι ανήκουν. Και οι αγκώνες τους ήταν στη σωστή θέση. Και δεν ξανασηκώθηκαν. Έκατσαν και ξέχασαν να σηκωθούν. Τι θα γινόταν αν σηκώνονταν και σταματούσαν να νιώθουν;
- Ίσως να μην χρειάζεται να νοιώθουν διαρκώς. Άλλωστε όταν ανήκει ο ένας στον άλλον, αυτό συμβαίνει από μόνο του. Αλλά εκείνοι λες να μην το γνώριζαν; Ή αυτό που συμβαίνει γίνεται χειροπιαστό μόνο όταν το νοιώθεις;
- Ίσως να μην χρειάζεται να νοιώθουν διαρκώς. Άλλωστε όταν ανήκει ο ένας στον άλλον, αυτό συμβαίνει από μόνο του. Αλλά εκείνοι λες να μην το γνώριζαν; Ή αυτό που συμβαίνει γίνεται χειροπιαστό μόνο όταν το νοιώθεις;
- Μα είναι το παγκάκι που δε θες να αφήσεις. Ο άνθρωπος που δεν θες ν' αφήσεις. Αυτό που έκανε ένα παγκάκι, "το παγκάκι" σας, μας... Κι αυτό που συμβαίνει θα συμβαίνει για πάντα εκεί. Όταν σηκωθείς από εκεί, είσαι ήδη αλλού. Ανήκεις ή δεν ανήκεις ακόμα, αλλού.
- Με πονάει ο αγκώνας μου σ' 'ενα του σημείο.
Δεν αντέχω το πώς να ανήκω, όχι το που.
- Ποιο πως; Όπως.
- Όπως όπως δηλαδή; Με οποιονδήποτε τρόπο; Δύσκολα ξεκουνιόμαστε από τα παγκάκια που στρογγυλοκάθονται τα νοιώθω και τα μείνε "μας".